Γκέοργκ Τρακλ - Ποιήματα
Στο αγόρι Έλις
Όταν , Έλις , το κοτσύφι κελαηδάει στο μαύρο δάσος
αυτό είναι ο αφανισμός σου .
Τα χείλη σου πίνουν τη δροσεράδα της γαλάζιας του βράχου πηγής .
Άσε , όταν το μέτωπό σου ματώνει ελαφρά
πανάρχαιους θρύλους
κι απ' των πουλιών το πέταγμα προμήνυμα αμαυρό .
Συ , ωστόσο , βαδίζεις με βήμα αλαφρό μες στη νύχτα
που γεμάτη πορφυρά κρεμασμένα σταφύλια
και κινείς στο γαλάζιο ωραία τα μπράτσα .
Μια λόχμη αγκαθερή αχολογάει
όπου φωλιάζουν τα φεγγαρίσια σου μάτια
Ω , πόσος καιρός Έλις έχει περάσει που πέθανες .
Ένας υάκινθος είναι το σώμα σου
που μέσα του χώνει ένας καλόγερος τα κίτρινα δάχτυλα .
Κι η σιωπή μας μια μαύρη σπηλιά .
όθε προβάλει κάποτε ενα πράο ζώο
και αργά χαμηλώνει τα βλέφαρα .
Στους κροτάφους σου στάζει μαύρη δροσιά
το στερνό χρυσάφι άστρων που σβήνουν .
Έλις
1.
Τέλεια είναι η γαλήνη αυτής της χρυσής μέρας
Κάτω από γέρικες βελανιδιές
προβάλεις , Έλις , ήρεμος με στρογγυλά μάτια .
Το γαλάζιο τους καθρεφτίζει των ερωτευμένων τον ύπνο .
Στο στόμα σου
βουβάθηκαν οι ρόδινοι στεναγμοί τους .
Το βράδυ ανάσυρε ο ψαράς τα βαριά δίχτυα .
Ένας καλός βοσκός
οδηγεί το κοπάδι του στο μάκρος της άκρης του δάσους .
Ω, πόσο είναι δίκαιες όλες σου , Έλις , οι μέρες .
Σε τοίχους γυμνούς
πέφτει σιγά της ελιάς η γαλάζια ησυχία
το σκοτεινό τραγούδι σβήνει ενός γέρου .
Μια βάρκα χρυσή
λικνίζει , Έλις , στον έρημο ουρανό την καρδιά σου .
2.
Ένα απαλό κουδούνισμα αντηχεί στο στήθος του Έλις το βράδυ
καθώς στο μαύρο προσκέφαλο γέρνει η κεφαλή του .
Ένα γαλάζιο αγρίμι
ματοκυλιέται αργά στους αγκαθερούς θάμνους .
Ένα σκούρο δέντρο στέκει εκεί μονάχο
έχουν πέσει οι γαλάζιοι καρποί του .
Σημάδια κι άστρα
βυθίζονται αργά στο βραδινό ταλιάνι .
Χειμώνιασε πίσω απ' το λόφο .
Γαλάζια περιστέρια
πίνουν τη νύχτα τον παγωμένο ιδρώτα
που στάζει απ' το κρυστάλλινο μέτωπο του Έλις .
Πάντα αντηχεί
έρημος άνεμος του Θεού σε μαύρους τοίχους .
Μετάφραση : Δημ . Στ. Δήμου
Σχόλια