Πωλ Ελυάρ - Ποιήματα
Όμορφο χέρι
Ο ήλιος που στενάζει στα περασμένα μου
δεν διάβηκε το κατώφλι
Του χεριού μου , των χεριών σου εξοχή ,
Όπου πάντοτε ξαναγεννιώνται
Το γρασίδι , τα λουλούδια του περιπάτου ,
Τα μάτια όλες τις ώρες τους
Τους υποσχέθηκαν παραδείσους και θύελλες .
Η εικόνα μας φύλαξε τα όνειρά μας .
Ο ήλιος που κουβαλά την παλιά νεότητα
Δεν γερνάει , είναι ανυπόφορος
Σαν τάφος μού σκεπάζει τον ουρανό
Που πρέπει ν' ανακαλύψω
Με πάθος ,
Με τις λέξεις .
Το σύμπαν-μοναξιά
Τις οπώρες της μέρας κλώτσησε η γη
Μια γυναίκα , μια μόνη , δεν κοιμάται
Τα παράθυρα κλειστά .
Μια γυναίκα κάθε νύχτα
Ταξιδεύει σε μεγάλο μυστικό .
Χωριά κουρασμένα
Που τα κορίτσια γυρνούν με χέρια γυμνά
Σαν συντριβάνια
Η νιότη φουντώνει μέσα τους
Και γελάει πατώντας στα νύχια
Χωριά κουρασμένα ,
Όπου όλα τα πλάσματα είναι ολόιδια .
Σειρήνα
Τι θέλετε ; η πόρτα φυλαγόταν .
Τι θέλετε ; ήμασταν φυλακισμένοι .
Τι θελετε ; ο δρόμος ήταν αμπαρωμένος .
Τι θελετε ; η πόλη είχε υποταχτεί .
Τι θελετε ; πέθαινε της πείνας .
Τι θελετε ; ήμασταν άοπλοι .
Τι θελετε ; η νύχτα είχε πέσει .
Τι θελετε ; είχαμε αγαπηθεί .
Τα στείρα μάτια
Σαν βλαστάρι
της φλόγας τ' ανάστημα ,
Αγνότατο , τ' άρωμα πήρε
Εραστών αγκαλιασμένων .
Μετάφραση : Γιώργος Καραβασίλης
Σχόλια