José Maria de Herédia - ΗΛΙΟΒΑΣΊΛΕΜΑ


Λάμπουν τα σκίνα ολόχρυσα ψηλά στην κορυφή
του βράχου του γρανίτινου που η δύση τον φλογίζει.
Μακριά, χωρίζεις τον αφρό της θάλασσας που αρχίζει,
ατέλειωτη κι αστραφτερή κει που τελειώνει η γη.

Μπροστά μου πια έχει απλωθεί η νύχτα κι η σιγή.
Τα πουλιά πάψαν. Γύρισε στο σπίτι που καπνίζει
ο άντρας. Μόνο, ο Εσπερινός τα σκότη τώρα σχίζει
να σμίξει με του ωκεανού το βρόντο, την οργή.

Και νά! σαν απ’ της άβυσσου τα τρίσβαθα χυμένοι,
απ’ τα φαράγγια, απ’ τα βουνά έρχονται μακρυσμένοι,
οι αντίλαλοι των κοπαδιών, που πρόκαμε η βραδιά.

Ο ορίζοντας τυλίγεται στα σκότη, κι ώς πεθαίνει
ο ήλιος σε μι’ ατμόσφαιρα πλούσια και λυπημένη,
της πορφυρής βεντάγιας του κλεί τα χρυσά κλαδιά.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις