Τζούλια Φορτούνη





μυστικός δείπνος


καθίσαμε απέναντι όπως παλιά
ανάμεσά μας τα μαχαιροπήρουνα ασημένια
καλά ακονισμένα στη  μνήμη
ανάμεσά μας τα κρυστάλλινα ποτήρια
με τα αιλουροειδή
να ξεπηδούν ένα-ένα από τα βάθη τους

καθίσαμε απέναντι
με ξαναμμένα χείλη
θηράματα μιας χίμαιρας
που έχει παγιδεύσει ο χρόνος
και είναι πια αδύναμα να εμποδίσουν
τη σαρκοφαγία του τέλους

καθίσαμε απέναντι
και ούτε τη σκανδάλη των ματιών μου
ξέχασα βέβαια ν΄ ασφαλίσω
νεκρές τώρα οι στιγμές
κείτονται γύρω από το βάζο
τα ηλιοτρόπια σκυφτά
και το όνειρο ένας κίτρινος λεκές
ανάμεσά μας
σφραγίδα μιας οριστικής σιωπής

μια πασχαλίτσα μόνο περιφέρει αμήχανα
την κόκκινη υποψία της
επάνω στο λευκό τραπεζομάντιλο

the passenger


τώρα ξέρω καλά
πού κρυβόσουν τόσα χρόνια
malt  ουίσκι
σε παράνομο μπαρ στο Μισούρι
την εποχή της  ποτοαπαγόρευσης
ζεν πρεμιέ που διέφευγε πάντα
από την πίσω σκάλα στις Κάνες
για ν’ αποφύγει  το φλας μου
τυχοδιώκτης  άσημος
στην Καζαμπλάνκα
λαθροκυνηγός στα Πυρηναία
χαμένος ταξιδευτής  στη Νεβάδα
χαρτοπαίκτης στο Sun City
επαίτης μουσικός στη Νέα Ορλεάνη

αμανές σμυρνέικος
με τραβηγμένο το αχ
στα δυτικά μου ακούσματα
η πέτρα του τείχους
που πρώτη θρυμματίστηκε
στο Βερολίνο
εκείνο που έψαχνε
ο μπάτσος επάνω μου
εξονυχιστικά
και φυσικά δεν βρήκε

γιατί ήσουν κρυμμένος καλά
σε όλα τα καταγώγια
του κορμιού μου
καιροφυλακτούσες
εν αγνοία  μου
ο αιώνιος επιβάτης μου

τώρα πια ξέρω καλά
γιατί  κρυβόσουν τόσα χρόνια


τις Κυριακές το απόγευμα


Και ξαφνικά το απόγευμα της Κυριακής
Με πιάνει μια αδέσποτη λύπη
Γιατί τι άλλο είναι
Αυτό το παρδαλό σκυλί
Που γλείφεται από το πρωί στα πόδια μου
Και που δεν νοιάζεται για τα ψέματα
Για τις μεγάλες  υποσχέσεις
Για τις κραυγές των ειδήσεων
Αλλά γαυγίζει αλλόκοτα
Μες της αργίας την αβάσταχτη νωθρότητα
Καθώς μουδιάζω ολόκληρη
Από μία και μοναδική αλήθεια

Γιατί είσαι αλήθεια καθολική
Μες στα ψέματα που σε χλωμιάζουν
Απρόβλεπτη λύπη
Σαν της Κυριακής το απόγευμα
Απαστράπτον δέος
Που σιχτιρίζει το βέβαιο
Κι ας αιωρείται το σύνηθες
Και ας αντιδρούν τα λόγια
Κι ας ξεβολεύονται οι σκέψεις
Ολόκληρη την εβδομάδα

Εγώ για σένα πάντα έτσι θ’ αλυχτώ
Τις Κυριακές το απόγευμα


πρωινό εγερτήριο


πάντα το φως του πρωινού
θα αποκαλύπτει το ευτελές υλικό
που συνθέτει τα όνειρα
καθώς τρυπώνει μες στις γρίλιες
και στα βαριά σκεπάσματα
όσο κι αν το σκοτάδι αντιστέκεται

ξημερώνει

και το φως ανοίγει ήδη
τις κουρτίνες της αυταπάτης
ενώ έξω στον κήπο ο χρόνος
κουρεύει ήδη το γρασίδι
μ΄ ένα ελαφρύ μειδίαμα


η συνήθεια
σερβίρει πάλι
αχνιστό καφέ
και τσάι στην τραπεζαρία

ξημερώνει

και τίποτα
δεν θάναι όπως χτες

δεν ξέρω πια 


αν αυτές οι απολήξεις στους ώμους μου
είναι φτερούγες ή σκοινιά
την τελευταία φορά που αιωρήθηκα
ένιωσα ένα τράνταγμα παράξενο
σα μαριονέτα που ξαφνικά
δραπέτευσε από το ρόλο της

θυμάμαι όμως καλά πως κάποτε υπήρξα
μικρός κορυδαλλός
σύχναζα σε οργωμένα χωράφια
έπαιζα με  τα σκιάχτρα
συνομιλούσα με τα χελιδόνια
 πάνω στα τηλεγραφόξυλα

δεν ξέρω πια
αν η αλήθεια θρυμματίζεται
σε χιλιάδες ψέματα

αν φτερωτό υπήρξα όνειρο
ή καράβι παροπλισμένο σε λιμάνι

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις