Αφιέρωμα στην ελληνική ερωτητική ποίηση: Άρης Αλεξάνδρου




Άννα


1


Όλο μιλάω για γραμμές επίπεδα και πέτρες
για να μην τύχει και προσέξεις
πόσο διστάζω να σε αγγίξω
σαν τον κατάδικο που στέκει μες στη νύχτα
διστάζοντας να βάλει το απολυτήριο στην τσέπη
γιατί το ξέρει
πως τόσο φως δε θα το αντέξει.

2


Είχα πάντα έτοιμο
ένα μικρό μπουκάλι που θα ‘ριχνα στη θάλασσα.
Βόρειο πλάτος –αλλάζει κάθε μέρα
μεσημβρινός –αλλάζει κάθε νύχτα
στίγμα –οι χειροπέδες μου.
Δεν το ‘ριξα ποτέ.
Φαίνεται πως πάντοτε υπήρχες.
Όσο υπάρχεις
ταξιδεύω.

3


Θα σε βρω.
Όπου πατάς
πέφτουν πράσινα φύλλα.

4


Ίσως και να ‘σαι πρόφαση
όπως προφασίζομαι τα φύλλα
κ’ έχω κατά νου μου το νερό
όπως μιλάω για γεράνια
και βλέπω εκεί που αγγίξανε
τα χείλη σου το φως.

5


Τις νύχτες σκάβαμε κρυφά
μια υπόγεια σήραγγα.
Με ένα σουγιά με ένα πιρούνι με τα νύχια
σκάβαμε τις πέτρες
ξέροντας πως θα φτάσουμε το πολύ ως τη θάλασσα.
Κι όμως μας είτανε ανάγκη
να βλέπουμε τα χέρια μας να ζούνε
μου είτανε ανάγκη
να βλέπω πως κοντεύω πόντο πόντο
να σε φτάσω.

6


Μαζί σου δε διστάζω να μιλήσω
πιο σιγά κι από ένα δέντρο στο σκοτάδι.
Μαζί σου η φωνή μου θα διακόψει τη σιωπή
σαν την αγάπη που διακόπτη για μια νύχτα
τη ζωή μας.

7


Ήθελε να ζήσει
όσο θέλουμε κ’ εμείς
κι όμως τον σκοτώσανε.
Είχε ένα χαμόγελο
σαν τη στιγμή που στρίβω τη γωνία
και βλέπω φως
στο παράθυρό σου
κι όμως τον σκοτώσανε.
Μπόρεσε και δέχτηκε πως θα τον ξεχάσουμε
όπως ξεχνάς μια πέτρα που κρατάει το σπίτι σου
κι όμως τον σκοτώσανε.

1952

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις