2
Αγαπώ τα αργοπορημένα εκείνα βράδια του καλοκαιριού, την ησυχία της Κάτω Πόλης, και κυρίως την ησυχία που η αντίθεση κάνει ακόμη εντονότερη στα μέρη που το πρωί σφύζουν από κίνηση και δραστηριότητα...
...Γυρνώ στους δρόμους, μέχρις ότου πέσει η νύχτα, με μια αίσθηση ζωής που μοιάζει σε αυτούς τους δρόμους. Τη μέρα είναι γεμάτοι με μια οχλοβοή που δεν σημαίνει τίποτα, τη νύχτα είναι γεμάτοι από μία απουσία οχλοβοής που επίσης δεν σημαίνει τίποτα. Εγώ, την μέρα, είμαι ένα τίποτα και τη νύχτα είμαι εγώ. Δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε μένα και τους δρόμους του λιμανιού, εκτός από το ότι αυτοί είναι δρόμοι κι εγώ ψυχή, διαφορά που μπορεί να μην έχει κανένα νόημα μπροστά σ'αυτό που είναι η ουσία των πραγμάτων. Υπάρχει ένα πεπρωμένο κοινό -καθότι αφηρημένο- για τους ανθρώπους και για τα πράγματα, ενας προορισμός εξίσου αδιάφορος στην άλγεβρα του μυστηρίου.
Αλλά υπάρχουν και άλλα πράγματα ...Σ'αυτές τις αργές και κενές ώρες, ανεβαίνει μέσα μου, από την ψυχή στον νου μου, μια θλίψη όλοκληρου του είναι, η πίκρα που όλα είναι, ταυτοχρόνως, μία αίσθηση δική μου κι ένα πράγμα εξωτερικό, στο οποίο δεν έχω την εξουσία να επέμβω και το αλλάξω.
[....]
Περνούν ζευγάρια μελλοντικά, περνούν μοδιστρούλες δυο δυο, περνουν νεαροί που κυνηγούν την υδονή, καπνίζουν στην αιώνια βόλτα τους οι συνταξιούχοι των πάντων, βγαίνουν που και που στην πόρτα τους αυτοί οι ακίνητοι τυχοδιώκτες που λέγονται μαγαζάτορες.... Καμιά φορά εμφανίζεται και κάποιος φυσιολογικός . Τα αμάξια τούτη την ώρα, δεν είναι πολλά. Στην καρδιά μου βασιλεύει μια ειρήνη αγωνιώδης, κι η ηρεμία μου είναι όλη παραίτηση.
Περνούνε όλα, και τίποτε από αυτά δεν μου λέει τίποτα(...) ήχοι αγνώστων φωνών, συλλογική σαλάτα της ζωής.
Η κούραση όλων όλων των προσδοκιών και όλων όσα αυτές περιέχουν, η απώλεια των προσδοκιών, το άχρηστο της ύπαρξης τους, η εκ των προτέρων κούραση που πρέπει να τις έχεις για να τις χάσεις ύστερα, η πληγή που σου αφήνουν, η ντροπή του νου που τις είχες γνωρίζοντας το τέλος τους.
Η συνείδηση της μη συνείδησης της ζωής είναι ο αρχαιότερος φόρος της διάνοιας....
Φερνάντο Πεσσόα "Το βιβλίο της ανησυχίας"
...Γυρνώ στους δρόμους, μέχρις ότου πέσει η νύχτα, με μια αίσθηση ζωής που μοιάζει σε αυτούς τους δρόμους. Τη μέρα είναι γεμάτοι με μια οχλοβοή που δεν σημαίνει τίποτα, τη νύχτα είναι γεμάτοι από μία απουσία οχλοβοής που επίσης δεν σημαίνει τίποτα. Εγώ, την μέρα, είμαι ένα τίποτα και τη νύχτα είμαι εγώ. Δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε μένα και τους δρόμους του λιμανιού, εκτός από το ότι αυτοί είναι δρόμοι κι εγώ ψυχή, διαφορά που μπορεί να μην έχει κανένα νόημα μπροστά σ'αυτό που είναι η ουσία των πραγμάτων. Υπάρχει ένα πεπρωμένο κοινό -καθότι αφηρημένο- για τους ανθρώπους και για τα πράγματα, ενας προορισμός εξίσου αδιάφορος στην άλγεβρα του μυστηρίου.
Αλλά υπάρχουν και άλλα πράγματα ...Σ'αυτές τις αργές και κενές ώρες, ανεβαίνει μέσα μου, από την ψυχή στον νου μου, μια θλίψη όλοκληρου του είναι, η πίκρα που όλα είναι, ταυτοχρόνως, μία αίσθηση δική μου κι ένα πράγμα εξωτερικό, στο οποίο δεν έχω την εξουσία να επέμβω και το αλλάξω.
[....]
Περνούν ζευγάρια μελλοντικά, περνούν μοδιστρούλες δυο δυο, περνουν νεαροί που κυνηγούν την υδονή, καπνίζουν στην αιώνια βόλτα τους οι συνταξιούχοι των πάντων, βγαίνουν που και που στην πόρτα τους αυτοί οι ακίνητοι τυχοδιώκτες που λέγονται μαγαζάτορες.... Καμιά φορά εμφανίζεται και κάποιος φυσιολογικός . Τα αμάξια τούτη την ώρα, δεν είναι πολλά. Στην καρδιά μου βασιλεύει μια ειρήνη αγωνιώδης, κι η ηρεμία μου είναι όλη παραίτηση.
Περνούνε όλα, και τίποτε από αυτά δεν μου λέει τίποτα(...) ήχοι αγνώστων φωνών, συλλογική σαλάτα της ζωής.
Η κούραση όλων όλων των προσδοκιών και όλων όσα αυτές περιέχουν, η απώλεια των προσδοκιών, το άχρηστο της ύπαρξης τους, η εκ των προτέρων κούραση που πρέπει να τις έχεις για να τις χάσεις ύστερα, η πληγή που σου αφήνουν, η ντροπή του νου που τις είχες γνωρίζοντας το τέλος τους.
Η συνείδηση της μη συνείδησης της ζωής είναι ο αρχαιότερος φόρος της διάνοιας....
Φερνάντο Πεσσόα "Το βιβλίο της ανησυχίας"
Σχόλια