Γκουίντο Καβαλκάντι 1250 - 1300 Ερωτική Μπαλλάντα
VIII
Βρισκόμουνα μέσα στο πνεύμα της αγάπης,
όταν συναπαντήθηκα με δυο νεαρούλες
μια τραγουδούσε:
«μες στην καρδιά μας βρέχει αγάπη».
Ήταν τόσο γλυκιές, τόσο σεμνούλες,
τόσο πράες με το ευγενικούλι πρόσωπό τους,
που εγώ τους είπα: «Τα υψηλά ιδανικά εσείς τα κρατάτε.
Αχ, ομορφούλες, μη με περιπαίζετε,
για την πληγή που έχω εντός μου
και την καρδιά νεκρή,
αγ’ ότου πήγα στην Τουλούζη».
Έστρεψαν τη ματιά τους κατά μένα μόλις,
για να μπορούν να δουν πόσο είμαι πληγωμένος,
και πώς ένα μικρούλι πνεύμα από το κλάμα
έβγαινε μέσα απ’ της πληγής τα βάθη.
Επειδή μ’ είδανε αποκαμωμένο,
αυτή που γέλασε είπε:
«Κοίτα πώς η αγάπη έχει αποκάμει
αυτόν τον άνθρωπο!»
Η άλλη, γεμάτη λύπη κι ευσπλαχνία και καμωμένη
με την εικόνα του ίδιου του Έρωτα είπε:
«Η πληγή που δεν καρδιά σου φέρνεις
έγινε από ματιά όλο φλόγα κι όλο πάθος,
κι άφησε μες στα μάτια σου μια λάμψη
που ούτε κι εγώ μπορώ να την αντέξω.
Πες μου, θυμάσαι εκείνη τη ματιά;
Θυμάσαι;»
Στη σκληρή ερώτησή της εγώ είπα:
«Κόρη, η θύμησή μου πάει στην Τουλούζη,
που μια γυναίκα με κορδέλες, όλο χάρη
και λυγερή πολύ,
και που στο πνεύμα του Έρωτα τη λέγανε Μαντέτα,
με χτύπησε σαν κεραυνός
με τα δικά της μάτια,
απ’ όπου κι η πληγή μου!»
Ύστερα ευγενικά πολύ μου λέει
αυτή που γέλασε: «Η γυναίκα
που στην καρδιά σου έχει χαράξει τη θωριά της,
με τη δύναμη του Έρωτα σε κοίταξε
τόσο βαθιά στα μάτια,
που εκεί πρόβαλε ο Έρωτας.
Αν υποφέρεις τώρα
σ’ αυτόν να αποταθείς!»
Γρήγορα πίσω στην Τουλούζη, μπαλλαντούλα.
Φανερώσου ήσυχα κάτω από τη Ντοράντα
και φώναξε παρακαλώντας
κάποια ωραία δεσποσύνη να σε πάει
στη χάρη εκείνης που σε στέλνω
κι αν ευδοκήσει να σε δει,
πες της, με χαμηλή φωνή:
«Την ευσπλαχνία ζητώ, μονάχα εκείνη».
μετάφραση Ρήγας Καπάτος
Σχόλια