Αφιέρωμα στην ελληνική ερωτική ποίηση: Γιώργος Σαραντάρης
Αισθησιασμός
Προϋπάρχει η γυναίκα που αγαπάω
Αλλά τώρα φανερώνεται
Και διαβαίνει την ώρα
Αφηρημένη στον έρωτα
Ανάλαφρα λυτρωμένη
Από μια αόριστη αμαρτία˙
Σε μιαν αμίλητη οπτασία
Το βλέμμα της διάγει το διάστημα
Το ίσιο της σώμα λιώνει,
Κι αυτή πεθαίνει
Στα χείλη ακουμπισμένη
Χαμένη τους κόρφους της
Στις απαλάμες μου.
Ήταν γυναίκα ήταν όνειρο…
Ήταν γυναίκα ήταν όνειρο ήτανε και τα δυο
Ο ύπνος μ’ εμπόδιζε να τη δω στα μάτια
Αλλά της φιλούσα το στόμα την κράταγα
Σαν να ήταν άνεμος και να ήταν σάρκα
Μου ‘λεγε πως μ’ αγαπούσε αλλά δεν το άκουγα καθαρά
Μου ‘λεγε πως πονούσε να μη ζει μαζί μου
Ήταν ωχρή και κάποτε έτρεμα για το χρώμα της
Κάποτε απορούσα νιώθοντας την υγεία της σαν δική μου υγεία
Όταν χωρίζαμε ήτανε πάντοτε νύχτα
Τα’ αηδόνια σκέπαζαν το περπάτημά της
Έφευγε και ξεχνούσαν πάντοτε τον τρόπο της φυγής της
Η καινούργια μέρα άναβε μέσα μου προτού ξημερώσει
Ήταν ήλιος ήταν πρωί όταν τραγουδούσα
Όταν μόνος μου έσκαβα ένα δικό μου χώμα
Και δεν τη σκεφτόμουνα πια εκείνη
Γιατί λες;
Γιατί λες πως η άνοιξη δεν φταίει;
Τα τραγούδια της σκόρπισαν τον τρόμο
Στην αμμουδιά όπου γελούσε ο πόθος
Από λουλούδια μακριά
Έφτανε ανέλπιστη
Η βοή της αγάπης
Μαζεμένοι κοιτάζαμε
Κι άξαφνα το νερό
Είχε σταματήσει να παίζει
Από ψηλά κατέβαιναν
Οι φωλιές των πουλιών
Τα χέρια μας μάθαιναν
Να κεηλαηδούν
Τα πουλιά δεν έπεφταν πια
Όλες μας οι φωνές
Είχαν καθίσει στον ουρανό
Ο θάνατος δεν τράβαγε μια τουφεκιά
Οι βρύσες ψιθύριζαν στ’ αφτιά μας
Το βύσσινο μιας μέρας παιδικής
Σχόλια